Χάρτης 10 - ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-10/klimakes/ti-trabhxe-ton-zempalnt-sto-norits
Τι τράβηξε τον Ζέμπαλντ στο Poringland, το χωριό όπου είχε εγκατασταθεί με την οικογένειά του λίγα χιλιόμετρα νότια του Νόριτς; Ίσως η επιλογή δεν ήταν δική του. Ίσως οι τιμές των σπιτιών εκεί να ήταν χαμηλότερες. Ίσως τον προσκάλεσαν οι παλιοί επαρχιακοί δρόμοι που είναι πυκνοσκεπασμένοι με τεράστια δέντρα, σκιεροί και υγροί ανάμεσα σε ανοιχτά λιβάδια και κάμπους.
Ίσως πάλι η αρχική αφορμή, αυτό που τράβηξε την προσοχή του στην περιοχή να ήταν μια βελανιδιά, αυτή στον πίνακα The Poringland Oak του John Crome, γνωστού και ως ιδρυτή της Σχολής των ζωγράφων του Νόριτς, ο οποίος έγινε γύρω στα 1818 με 1820 και βρίσκεται στην Πινακοθήκη Τέιτ στο Λονδίνο. Στο μουσείο στο κάστρο του Νόριτς κρέμεται το αντίγραφο του Joseph Paul δίπλα σ’ έναν από τους καλύτερους πίνακες του Crome, Το ποτάμι του Νόριτς: Aπόγευμα (Norwich River: Afternoon).
Η γνώση και η αγάπη του Ζέμπαλντ για δέντρα και κήπους είναι από τα πιο σταθερά σημεία των περιγραφών του και της ζωής του της ίδιας. Όμως έτσι πάλι γνωρίζουμε ότι η έννοια της σταθερότητας για τον Ζέμπαλντ κρύβει, την ίδια ακριβώς στιγμή που φανερώνει, τη μεγάλη αστάθεια μέσα της. Το μεγάλο, και μοναχικό στον πίνακα, δέντρο ίσως έδινε μια συναισθηματική σημασία ή μια επική διάσταση στον χώρο στον οποίο θα μπορούσε να κατοικήσει. Μια ωραία σύμπτωση παρά ένα σύμβολο ενός σημείου ακίνητου σχεδόν στον χώρο, όπου όμως κινείται αργά και συσσωρεύεται ο χρόνος. Σαν ένα βιβλίο που γράφεται ή που έχει ήδη γραφτεί και βρίσκεται σε κάποιο ράφι ή σ’ ένα τραπέζι στο παράθυρο που βλέπει στον κήπο, έξω στον κόσμο. Ένα σημείο από το οποίο ο συγγραφέας μπορεί να φεύγει, μια παράδοξη μεταφορά φυγής για τον ίδιο (από το σπίτι, την εργασία, τους φίλους, τα κείμενά του, τον εαυτό του). Η φυγή του Ζέμπλαντ βέβαια δεν είναι προς την απραξία ή την ανυπαρξία. Είναι προς άλλους τόπους και χρόνους, προς άλλα συμβάντα. Στην αρχή των Δακτυλίων του Κρόνου διαβάζουμε για τη φυγή από το κενό που οδήγησε τον αφηγητή, τον ίδιο τον συγγραφέα ως έναν άλλον, στις περιπλανήσεις του σε μέρη του Σάφφοκ. Οι φυγές του Ζέμπαλντ εξαρτώνται από κάτι σταθερό και συγκεκριμένο, κάτι εμπεδωμένο. Ίσως επίσης η βαλανιδιά, η εικόνα της στο μυαλό του και στην καρδιά του, και ο πίνακας του Crome να παίζουν τον ίδιο ρόλο, το ίδιο παιχνίδι που παίζουν οι φωτογραφίες στα κείμενά του. Σημεία φυγής από το βάρος της αφήγησης, εικόνες που οι άνθρωποι που περιπλανούνται περιστασιακά παρατηρούν ή εξεταστικά προσπερνούν στις διαδρομές τους.
Οι σκέψεις αυτές γίνονται τις μέρες που επισκέφτηκα το, γνώριμό μου από παλιότερες επισκέψεις Νόριτς, για να δω, μεταξύ άλλων, δυο εκθέσεις με θέμα τον Β. Γκ. Ζέμπαλντ και τα τοπία κυρίως που συναντάμε στα κείμενά του. Αφορμή των εκθέσεων τα εβδομήντα πέντε χρόνια από τη γέννηση του συγγραφέα, αλλά και μια ανάγκη να τονιστεί η παρουσία του στην πόλη και την περιοχή όλη, κάτι που πολλοί μάλλον δεν γνώριζαν καλά, αν κρίνω από προηγούμενες παρατηρήσεις μου. Στην πρώτη, κατά τη δική μου περιδιάβαση, έκθεση στο κέντρο της πόλης, στο μουσείο του κάστρου, παρουσιάζεται σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο, όπου για πολλά χρόνια δίδασκε ο Ζέμπαλντ, υλικό που σχετίζεται με τη δημιουργία των Δακτυλίων του Κρόνου. Βλέπουμε για πρώτη φορά φωτογραφίες της Ανατολικής Αγγλίας, οικείες και απόμακρες συγχρόνως, από τις περιπλανήσεις του στις ακτές του Σάφφοκ, πριν αυτές από έγχρωμες επεξεργαστούν και μετατραπούν σε ασπρόμαυρες με τη βοήθεια του φωτογράφου Michael Brandon-Jones για να καταλήξουν στο βιβλίο. Σε μια προθήκη υπάρχει μια ιδιόγραφη σελίδα των Δακτυλίων του Κρόνου, όπου ο συγγραφέας έχει σχεδιάσει ένα μικρό τετράγωνο στο αριστερό περιθώριο, στο σημείο που θα τοποθετηθεί η τυπωμένη φωτογραφία.
Στη δεύτερη έκθεση, στο Sainsbury Center, στο πανεπιστημιακό χωριό λίγο έξω από την πόλη, παρουσιάζεται για πρώτη φορά ένας μεγάλος αριθμός έγχρωμων φωτογραφιών που τράβηξε ο Ζέμπαλντ με τη μικρή φωτογραφική μηχανή του, μια Canon Ixus L-1, σε διάφορα μέρη της Ευρώπης και τις οποίες μπορούμε να παρακολουθήσουμε και ως ημερολογιακές σημειώσεις, ένα μέρος των οποίων, επεξεργασμένο ώστε να φαίνεται απογυμνωμένο και κάπως θολά μαυρόασπρο, το γνωρίζουμε από τα βιβλία του. Η ίδια η μηχανή μαζί με τη μαύρη θήκη της αποτελεί μέρος της έκθεσης. Όχι όμως και το γνωστό σακίδιο πλάτης, αυτό που βλέπουμε και στο εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης των Δακτυλίων του Κρόνου. Μόνο μια ασπρόμαυρη φωτογραφία του στην ίδια προθήκη, λίγο πιο κάτω από την κάμερα.
Και οι δυο εκθέσεις επικεντρώνονται στην οπτική διάσταση της δημιουργικής προεργασίας και εργασίας του Ζέμπαλντ: εικόνες χώρων και αντικειμένων και η ίδια η διαδικασία της φωτογραφικής απεικόνισής τους, η αισθητική της. Η έκθεση στο Sainsbury Center διευρύνεται και με μερικά, για μένα, σκληρά στη γεωμετρική τους σαφήνεια σχέδια της Tess Jaray, εμπνευσμένα από κείμενα του Ζέμπαλντ, καθώς και με μια φωτογκραβούρα της Julie Mehretu με τίτλο «Epigraph, Damascus», η οποία, σε αντίστιξη με τον μινιμαλισμό της Jaray, προσπαθεί να αφομοιώσει και να αποδώσει τον πολυεπίπεδο τρόπο με τον οποίο ο Ζέμπαλντ συμπλέκει διάφορα αφηγηματικά νήματα. Στον ίδιο χώρο εξαιρετική επίσης και η μικρή έγχρωμη κινηματογραφική ταινία της Tacita Dean, η οποία σε μικρά κάδρα παρακολουθεί σιωπηλά, απόμακρα και κρυφά τον ιδιωτικό χώρο του ηλικιωμένου ποιητή και μεταφραστή Michael Hamburger, του φίλου του Ζέμπαλντ που συναντάμε στο έβδομο κεφάλαιο των Δακτυλίων του Κρόνου. «Καθώς τον κινηματογραφούσα», αφηγείται η Dean, «του μιλούσα για τον Ζέμπαλντ κι ένα σωρό άλλα πράγματα, αλλά τελικά η ταινία μου έχει θέμα τα μήλα…». Μια θαυμάσια σχέση αυτή και με τον κόσμο του Ζέμπαλντ, ο οποίος εκτός από τη συντροφιά του σκύλου του τού Μορίς είχε και την καθημερινή συντροφιά και φροντίδα του κήπου του, πράγματα που συζητούσε συχνά με τον Hamburger.
Νομίζω ότι κατά την επίσκεψή μου αυτή δεν ήταν τόσο τα άδεια από ανθρώπους τοπία και οι έρημοι χώροι, οι δυσοίωνα σημαδεμένοι από την ιστορία και τη μοίρα τους, των φωτογραφιών ή τα ελάχιστα αυτόγραφα κείμενα του συγγραφέα που με γέμισαν τόσο, όσο, και λόγω εποχής, η επιβλητική και καταπραϋντικά ενεργή παρουσία των δέντρων και των κήπων στο κέντρο και στα περίχωρα της πόλης. Όπως και το γεγονός ότι στον κήπο του μικρού ξενοδοχείου όπου έμενα, μερικά βήματα πιο πέρα από το άλλοτε νοσοκομείο του Νόριτς, για τον όγδοο όροφο (μιας πτέρυγας που κατεδαφίστηκε το 2003) του οποίου διαβάζουμε στην αρχή των Δακτυλίων του Κρόνου, έμαθα ένα ήσυχο απόβραδο από μια ένοικο, η οποία είναι πολύπειρη νοσοκόμα και μαία, ότι ο λόγος για τον οποίο ο αφηγητής ή βέβαια ο ίδιος ο Ζέμπαλντ ήταν στο νοσοκομείο θα μπορούσε να σχετίζεται με το ανεύρυσμα που τελικά τον σκότωσε καθώς οδηγούσε σε επαρχιακό δρόμο κοντά στο Νόριτς. Στο βιβλίο δεν αποκαλύπτεται η ασθένεια που τον είχε σχεδόν παραλύσει. Μόνο κάποια συμπτώματά της. Σύμφωνα με τη συνένοικό μου, το ανεύρυσμα προκαλεί ανυπόφορους πόνους στην πλάτη. Ίσως το εξακριβώσω κάποτε, αλλά μ’ έκανε να αναρωτιέμαι αν το ήξερε αυτό ο αφηγητής. Ίσως το μάθουμε σε κάποια άλλη έκθεση, μαζί με πολλά άλλα που δεν ξέρουμε, όπως αδημοσίευτα ποιήματα, δοκιμιακά και περιπατητικά πεζά κείμενα, θεατρικά έργα και κινηματογραφικά σενάρια. Αν πάλι το ήξερε, θα οδηγούσε έχοντας μάλιστα και την κόρη του στο αυτοκίνητο, η οποία τραυματίστηκε σοβαρά στη σύγκρουση που ακολούθησε και γνωρίζοντας ήδη από προηγούμενη μεγάλη σύγκρουσή του μ’ αυτόν στο τιμόνι πόσο τρομερή εμπειρία είναι;
Οι κήποι, τα δέντρα και οι ανοιχτές εκτάσεις μέσα και πέρα από την πόλη είναι μια απτή αφετηρία της κατάφασης, της ευφορίας που πολύ περισσότερο από την μελαγχολία με τραβά στις περιγραφές του Ζέμπαλντ. Μια κατάφαση που επιτείνεται από το παιχνίδι (δεν θα πρέπει να αγνοούμε την ειρωνική και χιουμοριστική διάθεση του Ζέμπαλντ, γνωστή στους φίλους και συνεργάτες του) ανάμεσα στην υψηλή αφήγηση και στις ανάλαφρες εικόνες που την κοσμούν, που αραιώνουν το συμπυκνωμένο κείμενο. Από τον τρόπο με τον οποίο οι εικόνες κάνουν την αιώρηση πάνω από το έδαφος, την οποία επιδιώκει το μεγαλειώδες νόημα των λέξεων και το βάθος και βάρος της ιστορίας, ακόμη πιο ευέλικτη, πιο απρόσκοπτη.
Αυτήν την κατάφαση και την αιώρηση πάνω από τη γη, για την οποία μιλά συχνά ο Ζέμπαλντ, όπως για παράδειγμα στο τρίτο μέρος του Εκ του φυσικού (στο ποίημα VII: «Όπως ένα σαλάχι λικνίζεται ανάλαφρα στα βάθη / της θάλασσας, έτσι αθόρυβα γλιστρούσα κι εγώ, / δίχως να κουνώ ούτε φτερό, / ψηλά πάνω από τη γη…» μτφ. Γιάννη Καλιφατίδη, Άγρα 2009, σ. 115), θέλησα να αναδείξω και σε μια πρόταση για θεατρική παράσταση με κείμενά του. Για να πάρουμε τα δικαιώματά της από την οικογένεια του Ζέμπαλντ, όπως και τελικά έγινε, ο ατζέντης, εκτός από τις επιλεγμένες σελίδες, μου ζήτησε να παρουσιάσω και το σκεπτικό που με οδήγησε στη θεώρησή μου.
Στο κείμενο που απέστειλα στα αγγλικά σημειώνονται μεταξύ άλλων τα εξής: «Η δραματουργική σύνθεση που [σας παρουσιάζουμε] διαγράφει μια συγκεκριμένη δραματική πορεία ακολουθώντας επιλεγμένα θέματα από πεζά και ποιητικά κείμενα του Ζέμπαλντ. Τα θέματα αυτά, τα οποία θέλουν να περιγράψουν μια δυναμική και συγχρόνως διακριτική κίνηση από την άρνηση στην κατάφαση, αφορούν φυσικές και ιστορικές καταστροφές, τοπία και οικοδομήματα, τη σχέση του αφηγητή με την απεραντοσύνη του κόσμου, τη σκέψη και τη γλώσσα, την εγγύτητα του έρωτα και την κατάσταση ευφορίας (πέραν της μελαγχολίας) που δημιουργούν οι ακατάπαυστες ροές των λεπτομερειών του κόσμου, η σύλληψη των οποίων υψώνει την αφήγηση και την ανάγνωση λίγο πάνω από τη γη, τις βοηθά να μην ανήκουν και να μην αισθάνονται την ανάγκη να ιδιοποιούνται.»
Λίγο ή πολύ πάνω από τη γη. Κήποι με χαμηλά φυτά και θεόρατα δέντρα, αφηγήσεις υψιπετείς και απεικονίσεις γήινες, βαλανιδιές σταθερές και μετάρσιες, γεγονότα επικά και προσωπικά, μάτια που σε κοιτούν και σε διαπερνούν, φυγές κοντινές και μακρινές, φυγές με επιστροφή και δίχως επιστροφή, χρόνος σιωπηλός και εκκωφαντικός. Πάντα όμως το ασύλληπτο αλλά απτό «εδώ τώρα», το οποίο είναι πιο ισχυρό για μένα από το επέκεινα και το ανέφικτο. Οι εκθέσεις στο Νόριτς επανατοποθετούν τον Ζέμπαλντ στον αισθησιασμό και τις μνήμες της πόλης αυτής και της ευρύτερης περιοχής της, ενισχύοντας και τις συγκεκριμένες και τις φευγαλέες πλευρές της παρουσίας του εκεί. Εκθέσεις που υπόσχονται και άλλες με ακόμη περισσότερες συμπτώσεις και δημιουργικές περιηγήσεις, με διαφορετικές διακειμενικότητες. Η ερημιά υποχωρεί και δίνει τη θέση της στη ζεστή παρουσία των αφηγηματικών φωνών και των κατευναστικών συναφουγκρασμάτων.
ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ Βασίλη Παπαγεωργίου ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.