Χάρτης 7 - ΙΟΥΛΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-7/metafrash/soyroyk-amin-poihmata-eikones
Καλυμμένη
με το μωβ του παγωνιού
πλάτη στητή
ακουμπά
σε μια ζωή κάτω από τέντα,
νεκρική σκιά προστατεύει
τις βουβές, κουτσές κοτσίδες
και τα χέρια σου με τα λευκά γάντια,
σκέψεις
ξασπρισμένες, αναιμικές,
μάτια τυφλά
στη ραγισμένη μπλε θάλασσα
πέρα από
την άμμο με τις αλμυρές κηλίδες,
ζωή κλεισμένη σε κουτί και τυλιγμένη
πλέει μακριά
σε λουλακί ατάραχες λωρίδες·
ένας ψηφιδωτός ουρανός
σαρώνει τη σιωπή προς την ακτή·
κι εσύ,
τυφλή, βουβή εσύ,
προφυλαγμένη από τις
ραβδώσεις
της ικτερικής άμμου,
της θολής ώχρας,
του άτονου σάπιου μήλου,
της ωχρής ζωής μιας γυναίκας,
τυφλή, βουβή εσύ,
σαν οφθαλμολόγος,
να λαμπυρίζει
κοιτάς
κάποιας άλλης
γυναίκας τη ζωή–
όχι την πραγματικότητά σου–
τη βλέπεις
κλεισμένη σε ξεβαμμένο κουτί
πέρα από τη γεμάτη αφρούς άμμο,
πάνω από τη θολή βαθυγάλανη θάλασσα
βλέπεις
εκείνη τη ζωή
εκεί πέρα
να επιπλέει αρωματική,
να βουλιάζει σαν μολύβι
σε κυανά μαύρα σαν το kohl βάθη
νομοταγούς ευλάβειας
φιλότιμης υποταγής
δουλοπρεπούς αποστροφής·
αλλά εδώ,
εδώ που κάθεσαι
μπερδεμένη
μες στις μωβ σκιές,
φυτοζωείς
σε μελιτζανί άρνηση,
τα χέρια σου με τα λευκά
γάντια
και η άδεια, βουβή
έκφρασή σου
θα μιλήσουν,
από την ασφάλεια
του καμβά σου,
θα μιλήσουν,
και ο κόσμος
θα ακούσει
το άψυχο, κρατημένο
μουγκρητό για ελευθερία,
τη βαριά προσπάθεια
να αναπνεύσεις, και,
σαν τένοντα που σπάει:
τη φωνή σου.
Όταν σου διάβασε την παλάμη,
εκείνη τη μέρα στη λεωφόρο Τζάνπαθ
στο Δελχί, στο πρώτο σου ταξίδι
χωρίς την οικογένεια, εκείνη τη μέρα
που το Κουβέιτ έμοιαζε ένας μακρινός
κόκκος σκόνης και άρωμα από
πατσουλί μαινόταν γύρω
σου, καθώς η λαμπερή αυγή στεφάνωνε
το κεφάλι σου κι ο ουρανός περιέλουζε
με όλες του τις αποχρώσεις
το παρθένο δέρμα σου,
κρύβοντας τα δυσάρεστα
τρία ξύλινα μέλη του Ινδού
μελλοντολόγου,
τη μέρα που δεν ένιωθες
τουρίστας αλλά θαρραλέα
εξερευνήτρια, και το
σύμπαν –μια ταπεινή έλλειψη
μονάχα για σένα– σκόρπιζε δροσιά
για να σε ανακουφίσει, όταν διάβασε
την παλάμη σου εκείνη τη μέρα, σου
είπε άραγε για τα μαυρισμένα μάτια,
τον μεθυσμένο σύζυγο και
τη στείρα από το ξύλο μήτρα;
Σου έγραψα σε χαρτί αρωματισμένο με
λιβάνι, πλουμισμένο με πράσινο μελάνι, κηλιδωμένο
με πούλιες δακρύων, κι όταν οι
λέξεις μου στεφανωμένες από πετράδια έσταξαν, σαν ρετσίνι
λιβανόδενδρου το οποίο
προστάτευαν φίδια φτερωτά,
και στερεοποιήθηκαν πάνω
στο κοκκινοκάστανο χαρτί, λυγίζοντας για να χωρέσουν
στη σχιζοφρενική καλλιγραφία, παίρνοντας μορφή
βελούδινης ρίζας, το πράσινο
εκείνου του άγουρου μάνγκο που σου καθάρισα
τη νύχτα που με άφησες για εκείνη, που προτίμησες
το φρέσκο ροδαλό δέρμα της αντί για τη ρυτιδωμένη
φλούδα μου με άρωμα κοριάνδρου, αντί για το πράσινο γεύμα
της αφοσιωμένης Παρασκευής, τις παραβρασμένες μπάμιες μου
με άρωμα μέντας, το πράσινο
αυτής εδώ της αμπάγια που φορώ,
ποτισμένης με ουντ, μόνο για σένα,
έσταξαν –πόσο πράσινες– πάνω σ’ εκείνο
το καυτό κοκκινωπό χαρτί, σκέφτηκα πως,
ίσως, για μια φορά, για όλα τα αδιάντροπα
χρόνια και τις ατέλειωτες σκοτεινές άγριες
νύχτες που σε υπηρετούσα, θα διάβαζες, άκουγες, μαλάκωνες
αρκετά, για να μου στείλεις και τα πέντε παιδιά μου.
Με πατέρα από το Κουβέιτ και μητέρα από τη Συρία, η Σουρούκ Αμίν (Shurooq Amin https://www.shurooqamin.com/) είναι εικαστικός και αγγλόγλωσση ποιήτρια. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Κουβέιτ και συνέχισε τις σπουδές της στην Αγγλία (M.A., Σύγχρονη Λογοτεχνία, Kent University, PhD, δημιουργική γραφή, Warnborough College). Έχει εκδώσει δύο βιβλία ποίησης, ενώ ποιήματά της έχουν ανθολογηθεί διεθνώς. Ως εικαστικός έχει κάνει 14 ατομικές εκθέσεις και έχει συμμετάσχει σε περισσότερες από 45 ομαδικές (eίναι η πρώτη κουβετιανή καλλιτέχνις που συμμετείχε στην Μπιενάλε της Βενετίας το 2015).